Κάθε γονιός, ήδη από τη στιγμή που μαθαίνει πως πρόκειται να αποκτήσει παιδί, έρχεται αντιμέτωπος με πάρα πολλές αλλαγές, σε πολλούς τομείς της ζωής του, (αν όχι σε όλους). Για πολλούς, προτεραιότητα γίνεται το παιδί. Ξεκινάει ένα ταξίδι, στο οποίο οι γονείς και το ευρύτερο περιβάλλον προσπαθoύν να καταλάβουν ποιες είναι οι ανάγκες του παιδιού και στη συνέχεια τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να τις καλύψουν. Συχνά, τίθενται ερωτήματα όπως: το φροντίζω σωστά; Του δίνω την κατάλληλη τροφή; Την κατάλληλη ποσότητα; Μήπως κάτι δεν κάνω καλά και για αυτό κλαίει;
Πέρα από τις βασικές ανάγκες του παιδιού, πολύ σημαντικό ρόλο παίζει και η συναισθηματική του ανάπτυξη. Ο τρόπος που το παιδί θα συνδεθεί συναισθηματικά και θα αλληλεπιδράσει με τους γονείς του, θα καθορίσει το πως θα αλληλεπιδρά αργότερα στη ζωή του. Βασικός μας στόχος λοιπόν είναι να φροντίσουμε την συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Να φροντίσουμε ώστε το παιδί μας να αναγνωρίζει τα συναισθήματα του, να νιώθει ελεύθερο να τα εκφράσει και να συζητήσει για αυτά, αλλά και να τα διαχειριστεί εάν αυτό είναι απαραίτητο.
Για να μπορέσει ένα παιδί να κατακτήσει τις παραπάνω δεξιότητες, χρειάζεται να υπάρχουν κάποιες συνθήκες αλλά και η κατάλληλη βοήθεια από τους γονείς.
Μια βασική προϋπόθεση είναι οι γονείς να μπορούν να παρατηρούν, να αναγνωρίζουν και να αποδέχονται τα συναισθήματα του παιδιού τους. Αυτό μπορεί να ξεκινά από το να καταλάβω τι είναι αυτό που έχει κάνει το νεογέννητο παιδί μου να κλαίει, μέχρι το να καταλάβω τι βρίσκεται πίσω από το θυμό του, τη θλίψη, αλλά και τι του προκάλεσε χαρά. Επίσης, πρέπει να υπάρχουν οι συνθήκες ώστε το παιδί να νιώθει ελεύθερο να εκφράσει κάθε συναίσθημα. Εφόσον εξασφαλίσουμε αυτό το πρώτο βήμα και ως γονείς είμαστε ανοιχτοί ως προς το τι βιώνει το παιδί μας, το επόμενο βήμα είναι να μεταδώσουμε αυτή τη δεξιότητα στο παιδί.
Τα παιδιά μαθαίνουν και αφομοιώνουν με δύο βασικούς τρόπους, τη μίμηση και το παιχνίδι. Όσον αφορά τη μίμηση, τα παιδιά αναπαράγουν αυτό που βλέπουν να κάνουν οι σημαντικοί για αυτά άνθρωποι. Οι γονείς λειτουργούν ως παράδειγμα. Ένα παιδί που βλέπει τους γονείς του να είναι στεναχωρημένοι, και να προσπαθούν είτε να το κρύψουν είτε ακόμη και οι ίδιοι να δυσκολεύονται να το αναγνωρίσουν, μαθαίνει πως η θλίψη είναι κάτι που πρέπει να αποφεύγουμε να δείξουμε και να αγνοούμε. Για να πετύχουμε να έρθει το παιδί σε επαφή με τα συναισθήματα του, είναι βασικό να μπορούμε και εμείς να κάνουμε το ίδιο. Είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε, τι είναι αυτό μου νιώθουμε τη δεδομένη στιγμή, πως προέκυψε αλλά και πως να το φροντίσουμε. ‘Όλα τα συναισθήματα είναι φυσιολογικά και αναμενόμενα. Οι γονείς έχουν το δικαίωμα να βιώνουν κάθε συναίσθημα, χωρίς να είναι δείγμα αδυναμίας και αυτό είναι χρήσιμο να επικοινωνείται στο παιδί. Είναι δεδομένο, ότι το παιδί θα αντιληφθεί το συναίσθημα του γονέα. Εάν δει τη μαμά ή τον μπαμπά να το διαχειρίζεται με ψυχραιμία και όπου χρειάζεται να ζητά βοήθεια, το παιδί θα μεγαλώσει χωρίς να φοβάται αυτό που νιώθει και δε θα διστάζει να ζητά βοήθεια, σε περίπτωση που την χρειαστεί.
Επιπλέον, αν ο ίδιος ο γονιός είναι σε επαφή με το συναίσθημα του, μπορεί και ο ίδιος να φροντίσει τις δικές του ανάγκες. Αν οι ανάγκες μας και τα συναισθήματα μας παραμελούνται, τότε είναι δύσκολο να μπορούμε να δούμε το συναίσθημα του παιδιού χωρίς ‘’φίλτρα’’. Επίσης, είναι εύκολο να παρερμηνεύσουμε το συναίσθημα του παιδιού και να υποθέσουμε κίνητρα που δεν υπάρχουν (το κάνει επίτηδες, γιατί θέλει να γίνει το δικό του).
Το συναίσθημα είναι χρήσιμο να είναι κομμάτι της γλώσσας και της επικοινωνίας μας. Κομμάτι της ιδεολογίας της οικογένειας. Χρειάζεται να υπάρχει μια αντίστοιχη γλώσσα μέσα στην οικογένεια που αναγνωρίζει και σέβεται τα συναισθήματα, είτε αυτά βιώνονται ως θετικά είτε ως αρνητικά. Σε μια οικογένεια που δεν έχει συνηθίσει να μιλάει για τα συναισθήματα της και δεν αναφέρεται σε αυτά, είναι σα να μην υπάρχουν. Το παιδί δυσκολεύεται να παρατηρήσει αυτό που νιώθει, πόσο μάλλον να το ερμηνεύσει. Για παράδειγμα, μπορώ να εξηγήσω στο παιδί μου, πως αυτή τη στιγμή συνέβη κάτι το οποίο με έκανε να στεναχωρηθώ. Θα είμαι καλά, απλά θα ήθελα λίγο χρόνο για να νιώσω καλύτερα και μετά μπορούμε να το συζητήσουμε και να με ρωτήσεις ότι θέλεις.
Ειδικότερα, σε περιπτώσεις που το παιδί βιώνει κάποιο αρνητικό συναίσθημα είναι ιδιαίτερα σημαντικός ο τρόπος που θα το διαχειριστούμε. Κατά τη διάρκεια ενός ξεσπάσματος θυμού είναι πολλές φορές δύσκολο να διαχειριστούμε την συμπεριφορά του παιδιού, πόσο μάλλον να συζητήσουμε για αυτό που το παιδί αισθάνεται. Δίνοντας όμως χρόνο και χώρο στο παιδί να ηρεμήσει, είναι χρήσιμο να επιστρέψουμε και να συζητήσουμε αυτό που συνέβη, ξεκινώντας από το πως ξεκίνησε η κατάσταση και ποιο ήταν το συναίσθημα που βίωσε στη συνέχεια, ποια ήταν η ανάγκη του παιδιού εκείνη τη στιγμή και πως θα μπορούσε όλα αυτά να τα επικοινωνήσει με έναν διαφορετικό τρόπο, που θα μπορούσε να φανεί πιο χρήσιμος.
Κάτι αντίστοιχο είναι σημαντικό να κάνει και ο γονιός σε περίπτωση που υπάρξει μια αντίστοιχη κατάσταση, εξηγώντας στο παιδί πως αυτό μπορεί να συμβεί στον καθένα, πως και ο γονιός ακόμη και αν έχει αυτό το ρόλο δε σημαίνει πως αποκλείεται να εκφράσει το συναίσθημα του με τον όχι και πιο ιδανικό τρόπο, αλλά το σημαντικό είναι να επιστρέψει και να ‘’διορθώσει’’ τη συμπεριφορά του. Έτσι το παιδί μαθαίνει να αποδέχεται και τα δικά του δύσκολα συναισθήματα και χωρίς ενοχές και υποτίμηση να αναζητά πιο χρήσιμους τρόπους να διαχειρίζεται το συναίσθημα του, αλλά και ότι του συμβαίνει.
Είναι σημαντικό λοιπόν, ανάλογα με την ηλικία και το στάδιο ανάπτυξης των παιδιών να εισάγουμε στην επικοινωνία μας με το παιδί την έννοια των συναισθημάτων. Στα μικρά παιδιά αυτό μπορεί να επιτευχθεί εύκολα μέσα από το παιχνίδι. Παίζοντας μπορούμε με πολλούς τρόπους να μάθουμε στο παιδί ποια είναι τα συναισθήματα, πως αναγνωρίζουμε το καθένα από την έκφραση του προσώπου ή από αυτό που συμβαίνει στο σώμα μας. Ποιος είναι ο χρήσιμος τρόπος να επικοινωνήσουμε το συναίσθημα μας και πως να δράσουμε αν χρειαστεί να το διαχειριστούμε.
Ένα παιδί που δυσκολεύεται να αναγνωρίσει και να εξηγήσει τα συναισθήματα του αλλά και των άλλων, βιώνει έντονο άγχος. Ταυτόχρονα, καταστάσεις με έντονο άγχος μας δυσκολεύουν στο να παρατηρήσουμε το συναίσθημα μας. Ωστόσο, ένας άνθρωπος ο οποίος είναι σε επαφή με το συναίσθημα του και έχει ενσυναίσθηση, θα βιώσει πιο υγιείς σχέσεις και θα έχει περισσότερα αποθέματα να διαχειριστεί καταστάσεις στη ζωή του. Έχει την ικανότητα να αναγνωρίσει τις ανάγκες του και άρα να βρει και τρόπους να τις καλύψει.
Τα συναισθήματα μας λειτουργούν ως ένα μήνυμα για το τι χρειαζόμαστε. Το παιδί που αναγνωρίζει και αποδέχεται τα συναισθήματα του, γνωρίζει και πως να τα διαχειριστεί αλλά και τι μπορεί να κάνει ώστε να αυξήσει τα θετικά συναισθήματα. Γνωρίζει τον τρόπο να είναι πιο χαρούμενο αλλά και τι χρειάζεται να κάνει όταν είναι στεναχωρημένο, ώστε να ξαναγίνει χαρούμενο.
Χρήσιμες έννοιες:
- Το να αναγνωρίζω τα συναισθήματα μου, σημαίνει να είμαι σε επαφή με τον εαυτό μου, να επικοινωνώ μαζί του και να κατανοώ τις ανάγκες μου.
- Το συναίσθημα να είναι κομμάτι της γλώσσας και της επικοινωνίας μας.
- Όσο περισσότερο άγχος βιώνω, τόσο δυσκολεύομαι να παρατηρήσω το συναίσθημα μου, αλλά και όσο λιγότερη επαφή έχω με το συναίσθημα μου, τόσο αυξάνεται το άγχος μου.
- Είναι χρήσιμο, τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά να έχουν τον χώρο και τον χρόνο να έρθουν σε επαφή με αυτό που νιώθουν.
- Συναισθηματική νοημοσύνη είναι η ικανότητα αντίληψης, ελέγχου και αξιολόγησης των συναισθημάτων. Είναι δείκτης τον οποίο μπορούμε να αυξήσουμε.
- Ενσυναίσθηση. Τα άτομα με υψηλή ενσυναίσθηση έχουν την ικανότητα να ταυτίζονται με το συναίσθημα κάποιου άλλου και να κατανοούν τα κίνητρα και την συμπεριφορά τους.
Υ.Γ. Πολύ πριν μου ζητηθεί να γράψω αυτό το άρθρο, στη δουλειά μου με τα παιδιά και στην προσπάθεια να αυξήσω την επαφή τους και την γνώση τους για τα συναισθήματα τους, χρησιμοποιούσα το παιχνίδι της AS Magnet Box Συναισθήματα και το προτείνω, καθώς είναι ένας εύκολος τρόπος να ανοίξει μια συζήτηση για τα Συναισθήματα με τα παιδιά και προσαρμόζεται εύκολα σε μεγάλο ηλικιακό εύρος.