Είστε έτοιμη να διανύσετε μια από τις πιο ιδιαίτερες, απαιτητικές και τρυφερές περιόδους της ζωής σας και αναρωτιέστε αν βιώνετε μόνες όλο αυτό το θαύμα; Η απάντηση είναι φυσικά και όχι. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει η σχέση μεταξύ βρέφους και μητέρας ξεκινάει από τη στιγμή της σύλληψης και χτίζεται σε όλη τη διάρκεια της κύησης. Μητέρα και έμβρυο συνδέονται σωματικά και συναισθηματικά με τέτοιο τρόπο που η αλληλεπίδρασή τους προκαλεί δέος όπως και η επιρροή που έχει το ένα μέλος αυτού του δεσμού στο άλλο. Το έμβρυο μέσω του ομφάλιου λώρου και των ορμονών που εκκρίνει η μητέρα είναι σε θέση να νιώθει τη συναισθηματική κατάσταση της μητέρας, αν είναι αγχωμένη, λυπημένη ή χαρούμενη και να δημιουργεί αντίστοιχα θετικές ή αρνητικές συνάψεις στον εγκέφαλό του. Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή, ότι η ψυχολογία της εγκύου παίζει καθοριστικό παράγοντα στη σωματική υγεία του εμβρύου αλλά και την ψυχική και σωματική ανάπτυξη του βρέφους.
Καταθλιπτική συμπτωματολογία
Συχνά ίσως λόγω ορμονικών μεταβολών, οι μητέρες έρχονται αντιμέτωπες με εναλλαγές συναισθημάτων και δυσφορικά συναισθήματα. Το μειωμένο ενδιαφέρον για δραστηριότητες που συνήθιζε να αγαπά, η ασυνήθης νωχελικότητα αλλά και οι επαναλαμβανόμενα αρνητικές σκέψεις μπορεί να είναι κάποια από τα συμπτώματα της εγκύου. Η παρατεταμένη καταθλιπτική συμπτωματολογία της εγκύου έχει ως αποτέλεσμα αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης και μειωμένα επίπεδα ντοπαμίνης και σεροτονίνης. Αυτή η συνθήκη μπορεί να επηρεάσει το έμβρυο και να οδηγήσει σε πρόωρο τοκετό, χαμηλό βάρος γέννησης του βρέφους και δυσκολία προσαρμογής και προσανατολισμού του. Επιπλέον, βρέφη που γεννιούνται από μητέρες που βιώνουν καταθλιπτικά συμπτώματα είναι πιθανότερο να παρουσιάζουν δυσκολία στη σύναψη κοινωνικών σχέσεων.
Αγχώδης συμπτωματολογία
Έρευνες αποδεικνύουν ότι περίπου 1 στις 10 γυναίκες βιώνουν έντονα αμφιθυμικά συναισθήματα, ανησυχία και άγχος κατά τη διάρκεια της κύησης. Όσο αυξάνεται η προγεστερόνη, που διευκολύνει την εμφύτευση του εμβρύου, τόσο μειώνεται η δύναμη των νευροδιαβιβαστών GABA, που ρυθμίζουν τα επίπεδα του άγχους, με αποτέλεσμα η έγκυος να νιώθει πιο ευάλωτη, εύθικτη και ευαίσθητη στην αξιολόγηση των ερεθισμάτων. Το άγχος αυτό μπορεί να προκύπτει από τις σκέψεις που αφορούν τον τοκετό, τον ερχομό του μωρού, την ικανότητα της μητέρας να φροντίζει το βρέφος αλλά και την μετέπειτα σχέση της με το σύντροφο. Η μητέρα που εκτίθεται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε υψηλά επίπεδα στρες ποτίζει τον πλακούντα με ορμόνες, όπως η κορτιζόλη, οι οποίες δρουν πάνω στα αγγεία που αιματώνουν την μήτρα και προκαλούν επιβράδυνση της ανάπτυξης του βρέφους. Τα βρέφη αυτά έχουν αυξημένες πιθανότητες να γεννηθούν πρόωρα, να εμφανίσουν άσθμα, δύσπνοια και υπέρταση.
Συναισθηματική υποστήριξη και Θετικά συναισθήματα
Τις στιγμές που η μητέρα πλημμυρίζει από θετικά συναισθήματα όπως η χαρά, η ικανοποίηση και η αγάπη, το έμβρυο λαμβάνει από τον πλακούντα όλες τις ορμόνες που ελευθερώνονται και επιδρούν θετικά στην ανάπτυξή του. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η έγκυος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης να παραμένει συναισθηματικά ισορροπημένη και να αποφεύγει τις έντονα στρεσογόνες καταστάσεις. Ακόμη, είναι ιδανικό να περιτριγυρίζεται από ανθρώπους και υποστηρικτικό περιβάλλον που την προτρέπουν να εκφράζει τα συναισθήματα της και να μοιράζεται τις εμπειρίες της. Οι έγκυες που αισθάνονται ευτυχισμένες κατά τη διάρκεια της κύησης, παραμένουν ήρεμες και νιώθουν ασφάλεια με το υποστηρικτικό τους περιβάλλουν είναι πιο πιθανό να γεννήσουν υγιή μωρά με καλή συναισθηματική, νοητική και κοινωνική ανάπτυξη.
Η εγκυμοσύνη πράγματι αποτελεί μια ιδιαίτερη φάση στη ζωή μιας γυναίκας που έρχεται αντιμέτωπη με ποίκιλλες αλλαγές. Οι εναλλαγές στα συναισθήματα, η βίωση τόσο αρνητικών όσο και θετικών συναισθημάτων δικαιολογούνται μερικώς λόγω των ορμονικών αλλαγών. Αλλάζει το σώμα της γυναίκας, η ψυχολογία της, οι προτεραιότητες της, οι διαπροσωπικές της σχέσεις και τελικώς αλλάζει και η ίδια η γυναίκα. Η επιστήμη της προγεννητικής ψυχολογίας υποστηρίζει πως η ψυχολογική κατάσταση της εγκύου παίζει βαρυσήμαντο ρόλο στην ανάπτυξη του εμβρύου και του βρέφους αργότερα. Κρίνεται ζωτικής σημασίας, η μητέρα να λαμβάνει όλη την υποστήριξη που χρειάζεται από το περιβάλλον της και τους επαγγελματίες υγείας ώστε να διασφαλιστεί η ψυχική και σωματική υγεία της ίδιας αλλά και η ανάπτυξη του βρέφους.